HESIOD – EIGENSINN

 In ΚΕΙΜΕΝΑ, ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Wolfram Ette

Ακολουθώντας τον Ησίοδο.

Σχετικά με πατέρες που απουσιάζουν και μητέρες που μεγαλώνουν μόνες τα παιδιά τους.

Στην «Θεογονία» του ο Ησίοδος μας διηγείται τον ευνουχισμό του Ουρανού από τον γιό του τον Κρόνο.

Και τότε τέντωσε ο γιός το αριστερό του χέρι μέσα από την σπηλιά,
αρπάζοντας με το δεξί  το τρομερό δρεπάνι,
ακονισμένο με αιχμηρά δόντια και χωρίς καθυστέρηση,
θέρισε τα γεννητικά όργανα του πατέρα του και τα σκόρπισε στον αέρα ξωπίσω του.

(Μετ. Κ.Σ.)

Το παραμύθι του ανυπάκουου παιδιού αποτελεί την τελική αθέατη συνέχεια ενός μύθου, του οποίου η έκταση , ξεκινώντας από τον Ησίοδο, ως αλληλουχία διαδοχικών πράξεων θηριωδίας, θεμελιώνει μια τάξη πραγμάτων.

Ταυτόχρονα ο μύθος του Ησιόδου μεταμορφώνεται με τόσο ριζικό τρόπο μέσα στο παραμύθι των αδελφών Grimm ώστε θα μπορούσε κανείς να συμφωνήσει με τον Hans Blumenberg  πως εδώ βρίσκει την τελική του μορφή. Ολοκληρώνεται. Ο πατέρας εδώ απουσιάζει. Δεν υπάρχει κάποια σύγκρουση πατέρα γιού και με την απομακρυσμένη παντοδύναμη φιγούρα ενός τιμωρητικού θεού δεν μπορεί κανείς να αντιπαρατεθεί. Η απειλή του ευνουχισμού γίνεται εδώ μια άδεια χειρονομία.

Στον Ησίοδο το παιδί εκτείνει το χέρι μέσα από έναν τάφο στον οποίο είχε βυθιστεί σύμφωνα με την θέληση του πατέρα του. Με το άλλο του χέρι πιάνει τον κοφτερό κόλπο (Vagina dentata), το ακονισμένο δρεπάνι. Πίσω από το άγχος ευνουχισμού μέσα από τον γιό βρίσκεται ο φόβος πως ο άνδρας θα ευνουχιστεί από την γυναίκα, η οποία αναμφίβολα δρα ως υποκινητής του γεγονότος. Ενθρονίζει τον πατρικό αντιβασιλέα. Στο παραμύθι βλέπουμε μόνον το ένα χέρι να ανυψώνεται από τον τάφο. Ίσως να μην είμαστε τόσο μακριά από έναν χαιρετισμό υπακοής.

Το γεγονός πως στο «ανυπάκουο παιδί» φαίνεται να σταματάει μαζί με το μύθο και η ιστορία, πως καταπιέζεται όχι μόνο η εξέγερση αλλά και οι γυμνές της ενδείξεις – το χρωστάμε στην καταστροφική βία της μητέρας. Στην Θεογονία του Ησιόδου διαδραματίζεται ένα διάσπαρτο μυθολογικό μοτίβο. Ο Κρόνος είναι ο νεώτερος γιός, το σημάδι της φωλιάς, ο αγαπημένος της μητέρας. Ταυτόχρονα είναι πανούργος, ο μοναδικός από τους άνδρες απογόνους στον οποίο μεταλαμπαδεύτηκε το πνεύμα της μητέρας. Η εξέγερση ενάντια στον πατέρα δεν είναι μόνον δική του. Η Γαία αμύνεται ενάντια στα βίαια εμπόδια μπροστά σε κάθε είδους αλλαγή. Η μητέρα – Γη δεν είναι το αξίωμα της Ιστορίας  αλλά το υπόβαθρο αυτού του αξιώματος, το οποίο στον Ησίοδο είναι η εξέγερση των γιών ενάντια στους πατέρες. Δίχως φυσική αναπαραγωγή δεν μπορεί να υπάρξει ιστορία. Στο βαθμό που η Γαία επιβάλλει το δίκιο της ως μητέρα καθιστά δυνατή μια ιστορία, μέσα από την οποία ο Κρόνος αναγορεύεται από την μητέρα του πρωταγωνιστής.

Αυτή η υποστήριξη του παιδιού υπηρετώντας έτσι το ίδιο συμφέρον – εκπίπτει στο παραμύθι των αδελφών Γκριμ. Η μητέρα στον Ησίοδο είναι ένα υπέδαφος που δεν τρέμει και δεν κλονίζεται ποτέ. Στο παραμύθι συγχωνεύεται με την τιμωρητική βία του πατέρα θεού. Η σιγουριά μέσα στην κοιλότητα της μήτρας, από την οποία τελικά το παιδί εξερχόμενο μπαίνει στην πραγματικότητα – μετατρέπεται σε τάφο κι αιώνια φυλακή. Το δρεπάνι-κόλπος, το εργαλείο του ευνουχισμού και της προόδου μετατρέπεται σε ένα φαλλικό φτυάρι της μητέρας με το οποίο καταστέλλεται κάθε παραβίαση, κάθε υπέρβαση.

Απλουστεύοντας, θα μπορούσαμε να πούμε πως «το απείθαρχο παιδί» είναι ένα παραμύθι σχετικά με μητέρες που χτυπούν τα παιδιά τους, σχετικά με μητέρες που τα μεγαλώνουν μόνες τους. Ταυτόχρονα είναι ένα παραμύθι που αναφέρεται σε μια πολιτισμική τομή, μια ριζική αλλαγή, όπου ο μητρικός ρόλος άλλαξε. Αυτό δεν είναι μια διαμαρτυρία αλλά ένα εύρημα. Στο οιδιπόδειο τρίγωνο μοιράζονται το καλό και το κακό , η ευχαρίστηση και η δυσφορία, στις πατρικές και στις μητρικές φιγούρες. Πιθανότατα αυτό το τρίγωνο να μην υπήρξε ποτέ σε αυτή την καθαρή μορφή. Μπορούμε όμως να υποθέσουμε πως στην σύγχρονη εποχή αυξήθηκαν οι αμφιθυμίες γύρω από τους διαρκώς μεταβαλλόμενους μητρικούς και πατρικούς ρόλους.

Το έργο της Melanie Klein «Η ψυχανάλυση του παιδιού» έριξε το δικό της φως σε μια φάση της παιδικής ανάπτυξης, η οποία στον Freud είχε παραμείνει στο σκοτάδι. Οι βαθιές αμφιθυμίες που συγκλονίζουν την σχέση του παιδιού με την μητέρα του, ήδη από τους πρώτους μήνες της ζωής, ενοχλούν το προοιδιπόδειο ειδύλλιο, το οποίο αποτέλεσε για τον ίδιο τον πατέρα της Ψυχανάλυσης εκπλήρωση μιας επιθυμίας. Δεν στερείται σημασίας να επισημάνουμε πως το έργο της Melanie Klein αναπτύχθηκε σε μια εποχή στην οποία ο κοινωνικός ρόλος της γυναίκας άλλαζε με ταχύτατους ρυθμούς. Και αυτό το έργο το ανέπτυξε μια γυναίκα, που βρέθηκε στην κορυφή αυτών των αλλαγών. Ήταν σε θέση να γνωρίζει καλύτερα από άλλους τι είναι τι είναι ένα «κακό στήθος», ήξερε για τη ραγδαία οργή με την οποία αντιδρούν τα πολύ μικρά παιδιά στις ματαιώσεις που τους επιβάλλονται εξαιτίας της μητρικής ανεπάρκειας. Γνώριζε σχετικά με την λειτουργικότητα των μανάδων, οι οποίες δεν περιορίζονται πλέον στο να γεννάνε και να θηλάζουν.

Melanie Klein L

Ξέρει πως οι φαντασιώσεις βίας και τρόμου των παιδιών που αναλύει βασίζονται σε δικές τους προβολές. Οι αναλύσεις παιδιών που επιχειρεί χτίζουν τα θεμέλια μιας ψυχανάλυσης η οποία λαμβάνει υπόψη της τις ριζικές αλλαγές στους ρόλους των ανδρών και των γυναικών στη σύγχρονη εποχή.

Το οιδιπόδειο τρίγωνο δεν ήταν ένα ειδύλλιο. Αποτελούσε ωστόσο για χιλιάδες χρόνια ένα σταθεροποιημένο ψυχο-πολιτισμικό σύστημα. Το γεγονός πως οι μονοσήμαντες διατάξεις του άρχισαν να διαλύονται, είναι μια πρόοδος. Όμως κάθε πρόοδος έχει το τίμημα της, τουλάχιστον μέχρι να επέλθει μια σταθεροποίηση. Στην περίπτωση μας στην σημερινή εποχή είναι πιθανό πως τα παιδιά καλούνται να πληρώσουν αυτό το τίμημα.

………………………………………

«Το ανυπάκουο παιδί» δεν είναι ένα μοντέρνο κείμενο. Αντίθετα φθάνει πίσω από την σύγχρονη εποχή, πιθανότατα μέχρι τον Μεσαίωνα. Δεν αντανακλά μια σύγχρονη κατάσταση. Μάλλον μια συνθήκη περασμένων εποχών στις οποίες πολλές γυναίκες μεγάλωναν τα παιδιά μόνες τους. Νεαρές χήρες των οποίων οι σύζυγοι εξοντώθηκαν στον πόλεμο ή πέθαναν από ασθένειες. Αυτό όμως που μοιάζει να είναι σύγχρονο, στην ουσία το διαχρονικό στοιχείο αυτής της ιστορίας, είναι η ένδεια και η εξαθλίωση.

………………………………………………..

Ανάμεσα στους αναξιοπαθούντες του 18ου αιώνα και σε ένα δεκαεξάχρονο παιδί που μεγαλώνει σε μια οικογένεια που λαμβάνει επίδομα από την Πρόνοια, μια οικογένεια που μεγαλώνει ένα παιδί που δεν γνωρίζει τον πατέρα του και έτσι το πιο πιθανό σενάριο είναι να βρεθεί αποθαρρημένο μέσα σε άγριες συνθήκες, ριγμένο σε ένα μέλλον χωρίς ελπίδα – δεν υπάρχει κάποια μεγάλη ιστορική διαφορά και σε καμία περίπτωση κάποια πρόοδος.

Γι αυτούς τους ανθρώπους μας μιλάει το παραμύθι, για ένα στρώμα μέσα στην ιστορία, το οποίο δύσκολα θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε ιστορικό. Ένας κακός οιωνός μέσα στην αστική ιστοριογραφία, η οποία συνήθως μας διηγείται την ιστορία των ανώτερων τάξεων. Αυτή η διήγηση προχωράει, εξελίσσεται και τις περισσότερες φορές έχει αίσιο τέλος. Το «πεισματάρικο παιδί» αντίθετα μας διηγείται την προϊστορία εντός της οποίας ζούμε και στην οποία δεν αλλάζει τίποτα το αποφασιστικό. Είναι, ένα κομμουνιστικό κείμενο.

αγγελος

Υπάρχει ένας πίνακας του Klee με το όνομα Angelυs Novus. Απεικονίζεται εκεί ένας άγγελος που φαίνεται έτοιμος να απομακρυνθεί από κάτι όπου μένει προσηλωμένο το βλέμμα του. Τα μάτια του είναι διάπλατα ανοιχτά, το στόμα του ανοιχτό και οι φτερούγες του τεντωμένες. Έτσι ακριβώς πρέπει να είναι και ο άγγελος της ιστορίας. Το πρόσωπό του είναι στραμμένο προς το παρελθόν. Όπου εμείς βλέπουμε μια αλυσίδα γεγονότων, αυτός βλέπει μία μοναδική καταστροφή, που συσσωρεύει αδιάκοπα ερείπια επί ερειπίων και τα εκσφενδονίζει μπροστά στα πόδια του. Θα ήθελε να σταματήσει για μια στιγμή, να ξυπνήσει τους νεκρούς και να στήσει ξανά τα χαλάσματα. Μια θύελλα σηκώνεται όμως από τη μεριά του Παράδεισου αδράχνοντας τις φτερούγες του και είναι τόσο δυνατή που δεν μπορεί πια ο άγγελος να τις κλείσει. Η θύελλα τον ωθεί ακαταμάχητα προς το μέλλον, στο οποίο η πλάτη του είναι στραμμένη, ενώ ο σωρός από τα ερείπια φθάνει μπροστά του ως τον ουρανό. Αυτό που εμείς αποκαλούμε πρόοδο, είναι αυτή η θύελλα.- Walter Benjamin, 9η Θέση στη Φιλοσοφία της Ιστορίας

ΠΗΓΕΣ

SELBSTVERSTÄNDNIS | Πρωτότυπο

SELBSTVERSTÄNDNIS

Was mich antreibt in meinen wissenschaftlichen, künstlerischen (eher im Hintergrund) und kulturellen Unternehmungen, ist die Reflexion menschlicher Erfahrung. Im Hinblick auf sie sind die Wissenschaft, die Künste, jede im weiten Sinn verstandene kulturelle Praxis Bundesgenossen. Verabschieden sie sich davon, durch Feigheit, Unehrlichkeit und der Nachgiebigkeit gegenüber schlechten Gewohnheiten, verwandeln sie sich in Hilfskräfte der Inhumanität, die den gesellschaftlichen Zusammenhang fixiert.

Die Reflexion menschlicher Erfahrung, die nach dem Zusammenbruch aller geschichtsphilosophischen Illusionen als einzige Instanz zurückbleibt, von der eine Fortsetzung des Zivilisationsprozesses erwartet werden kann, ist ein kollektiver Prozess. Die Kollektiva können reale oder virtuelle sein, jede Eingrenzung des eigenen Beginnens auf Sparten, Peergroups, Szenen, Klassen oder Schichten ist aber esoterisch und fällt zurück hinter das, was möglich wäre. Wissenschaft, die ihren pädagogischen Ursprung verlässt und zum Insichgeschäft der dafür besoldeten Konventikel wird, verrät sich selbst; Kunst und Kultur, die es sich nicht zur (unmöglichen) Aufgabe machen, die Trennungen zu durchqueren, durch die Gesellschaft sich herstellt, das Ganze so im Einzelnen zur verkörpern, dass es in ihm, wie immer gebrochen und fragmentiert, sich zu reflektieren vermag, tun dasselbe. Das Gespräch zwischen uns, den bedürftigen und begehrenden Subjekten (Klaus Heinrich), ist Anfang und Ende, Geist selbst. Alle seine Produkte sind das Zweitwichtigste von der Welt.

Wolfram Ette

Prof. Dr. Wolfram Ette | CONTACT INFO

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ